ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

ezek a σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
ezek a

αυτός

ezek a helyek már foglaltak

οι θέσεις αυτές είναι πια κατειλημμένες/πιασμένες, (telefon) μιλάει

mennyibe kerülnek ezek a tervezői keretek?

πόσο κοστίζει αυτός ο σκελετός

Το ιστορικό σας