ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

erdősít σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
erdősít

δάσος

δρυμός

erdősítés

αναδάσωση◼◼◼

helyi erdősítés

τοπική δάσωση

Το ιστορικό σας