ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

emlősök σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
Emlősök

Θηλαστικό

emlősök

Πρωτεύοντα θηλαστικά◼◼◼

emlősök

πρωτεύοντα

Το ιστορικό σας