ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

elmaradott σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
elmaradott

καθυστερημένος (-η-ο)

elmaradott ország

καθυστερημένη χώρα

Το ιστορικό σας