ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

elmúlt σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
elmúlt

παρελθόν◼◼◼

πέρα◼◼◻

πρώην◼◻◻

περασμένος

πρότερος

(el)múlt

περασμένος (-η-ο)

elmúlt a nyár

το καλοκαίρι πέρασε

Το ιστορικό σας