ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

ellenőrző mérés/intézkedés σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
ellenőrző mérés/intézkedés

μέτρο (μέτρηση) ελέγχου (συγκράτησης)

Το ιστορικό σας