ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

elhagyott σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
elhagyott

έρημος

elhagyott jármű

εγκαταλελειμμένο όχημα

felhagyott ipari terület

εγκαταλειμμένος βιομηχανικός χώρος

εγκαταλελειμμένες βιομηχανικές εκτάσεις

Το ιστορικό σας