ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

elegendő σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
elegendő

επαρκής◼◼◼

επαρκώς◼◼◻

αρκετά◼◼◻

αρκετός (-ή-ό)◼◼◻

υπεραρκετός

αρκώ

elég, elegendő

αρκεί

nem áll elegendő összeg rendelkezésre a számláján

ανεπαρκές ποσό

Το ιστορικό σας