ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

eldönt σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
eldönt

αποφασίζω (-σω), κρίνω

nem tudom eldönteni, hogy kinek van igaza

δεν μπορώ να κρίνω ποιος έχει δίκιο

Το ιστορικό σας