ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

dugó σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
dugó

πώμα◼◼◼

φελλός◼◼◻

βύσμα◼◼◻

φις◼◻◻

μποτιλιάρισμα

dugóhúzó

τιρμπουσόν◼◼◼

ανοιχτήρι

forgalmi dugó

κίνηση

μποτιλιάρισμα

füldugó

ωτασπίδα

Το ιστορικό σας