ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

duda σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
duda

κόρνα◼◼◼

άσκαυλος

γκάιντα

skót duda

γκάιντα

Το ιστορικό σας