ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

diadal σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
diadal

θρίαμβος

θριαμβεύω

νίκη

ο θρίαμβος

diadalmas

θριαμβευτικός

Diadalív

Αψίδα θριάμβου

Το ιστορικό σας