ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

csésze σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
csésze

κύπελλο◼◼◼

φλιτζάνι◼◼◼

κούπα

ποτήρι

csészealj

πιατάκι

χύτρα

kér valaki egy csésze teát?

θα ήθελε κανείς ένα φλιτζάνι τσάι;

repülő csészealj

ιπτάμενος δίσκος

vécécsésze

αποχωρητήριο

τουαλέτα

Το ιστορικό σας