ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

bot σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
robotika

ρομποτική◼◼◼

Sandro Botticelli

Σάντρο Μποτιτσέλι

sétabot

μπαστούνι

szabotázs

δολιοφθορά◼◼◼

tud ajánlani egy jó pubot a közelben?

μπορείτε να προτείνετε κάποια καλή παμπ εδώ κοντά;

12

Το ιστορικό σας