ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

bűnözés σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
bűnözés

αδίκημα◼◼◼

kiberbűnözés

κυβερνοέγκλημα◼◼◼

környezeti bűnözés

εγκληματικότητα εις βάρος του περιβάλλοντος

Το ιστορικό σας