ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

bölcs σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
bölcs

σοφός◼◼◼

συνετός

φασκομηλιά

bölcsek köve

φιλοσοφική λίθος

bölcselet

φιλοσοφία

bölcsesség

γνώση◼◼◼

σοφία◼◼◼

bölcsességfog

φρονιμίτης

bölcsész

φιλόλογος

bölcső

λίκνο◼◼◼

κούνια

bölcsődal

νανούρισμα

bölcsőde

βρεφοκομείο

φυτώριο

Το ιστορικό σας