ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

azonosság σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
azonosság

ταυτότητα◼◼◼

ταύτιση◼◻◻

személyazonosság

ταυτότητα◼◼◼

önazonosság

ταυτότητα◼◼◼

Το ιστορικό σας