ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

anyaság σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
anyaság

μητρότητα◼◼◼

anyasági szabadság

άδεια εγκυμοσύνης

Το ιστορικό σας