ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

annál σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
annál

(határozószó, középfok mellett) τόσο

annál jobb!

τόσο το καλύτερο!

minél többet eszel, annál jobban fog örülni a nagymama

όσο περισσότερα τρως τόσο πιο πολύ θα χαρεί η γιαγιά

Το ιστορικό σας