ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

acélipar σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
acélipar

χαλυβουργία◼◼◼

vas- és acélipar

βιομηχανία σιδήρου και άνθρακα/ανθρακοσιδηροβιομηχανία

Το ιστορικό σας