ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

öngyilkos σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
öngyilkos

αυτόχειρας

öngyilkos lesz

αυτοκτονώ

öngyilkos merénylő

βομβιστής αυτοκτονίας◼◼◼

öngyilkosság

αυτοκτονία◼◼◼

αυτοκτονία (aftoktonía)◼◼◼

αυτοχειρία

αυτοχειρία (aftocheiría)

αυτόχειρας

Το ιστορικό σας