ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

ízes σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
ízes

εύγευστος

νόστιμος

milyen ízesítéssel kéri?

τι γεύση θα θέλατε;

tízes

δεκάρικο (το)

Tízes számrendszer

Δεκαδικό σύστημα

vízesés

καταρράκτη◼◼◼

καταρράκτης◼◻◻

καταρράκτης (kataráktis)◼◻◻

υδατόπτωση

ételízesítő

καρύκευμα◼◼◼

Το ιστορικό σας