ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

épített környezet σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
épített környezet

δομημένο περιβάλλον/αστικοποιημένο περιβάλλον

Το ιστορικό σας