ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

éhség σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
éhség

πείνα◼◼◼

η πείνα◼◼◻

λαχτάρα

λιμός

σιτοδεία

éhségsztrájk

απεργία πείνας◼◼◼

Το ιστορικό σας