ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

éghajlatváltozás σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
éghajlatváltozás

κλιματική μεταβολή◼◼◼

ember-okozta éghajlatváltozás

ανθρωπογενής μεταβολή του κλίματος

Το ιστορικό σας