ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

átláthatóság σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
átláthatóság

διαφάνεια◼◼◼

διαφάνειας◼◼◼

Το ιστορικό σας