ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

átjáró σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
átjáró

διάβαση◼◼◼

διέλευση◼◼◻

πέρασμα◼◼◻

πρόσβαση◼◼◻

η διάβαση◼◻◻

μετάβαση◼◻◻

Το ιστορικό σας