ουγγρικά-ελληνικά λεξικό »

ár (’poa’-az ár a jelentkezésen rövidítése) σημαίνει σε ελληνικά

ουγγρικάελληνικά
ár (’poa’-az ár a jelentkezésen rövidítése)

τιμή πάνω στην αίτηση (σύντμηση)

Το ιστορικό σας