ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

φάτνωμα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
φάτνωμα

öböl

κόλπος/φάτνωμα/φρέαρ/στοά/θάλαμος/αποθήκη/διαμέρισμα

öböl