ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

τακτοποιώ σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
τακτοποιώ

elrendez

(szobát) επιπλώνω (-σω), (életet) τακτοποιώ (-ήσω)

berendez

κανονίζω (–σω), τακτοποιώ (-ήσω)

elintéz