ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

συνουσία σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
συνουσία

nem◼◼◼

koitusz

közösülés

szex

Συνουσία

Közösülés

συνουσία (synousía)

szex

πρωκτική συνουσία (proktikí sinusía)

anális szex