ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

σταματώ σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
σταματώ

abbamarad

fékez

leállít

megszűnik

megáll

megállít

megálló

megállóhely

állj

σταματώ (-άω, -ήσω)

abbahagy