ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

στήνω σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
στήνω

megbundáz

(pl. sátrat) στήνω (-σω), (mond) στηρίζομαι (-χτώ)

állít

(vmit) παρουσιάζω (-σω), (vkit) συστήνω (συστήσω, συνέστησα)

bemutat

συστήνω

alapít