ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ρίχνω σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ρίχνω

dob

ont

vet

ρίχνω (ρίξω)

dob

ρίχνω (ρίξω) μια ματιά

benéz

ρίχνω μια γροθιά

behúz egyet

(fegyverrel) πυροβολώ (-ήσω), ρίχνω (ρίξω), (labdát) σουτάρω, κάνω σουτ

πετώ (-άω, -άξω), ρίχνω (ρίξω)

eldob