ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

προϋπολογισμός σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
προϋπολογισμός

államháztartás◼◼◼

büdzsé

κοινοτικός προϋπολογισμός/προϋπολογισμός της Κοινότητας

Közösségi költségvetés