ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

προσπέλαση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
προσπέλαση

hozzáférés◼◼◼

megközelítés◼◼◻

hozzáfér◼◻◻

ér◼◻◻

Μνήμη τυχαίας προσπέλασης

Tetszőleges hozzáférésű memória