ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

προνόμιο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
προνόμιο

kiváltság◼◼◼

előny◼◼◼

jogosultság◼◼◼

előjog◼◼◻

hozzáférés◼◼◻

privilégium◼◻◻

kiváltságos◼◻◻

το προνόμιο

kiváltság◼◼◼