ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

προαπαιτούμενο σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
προαπαιτούμενο

előfeltétel◼◼◼

követelmény◼◻◻

előkövetelmény◼◻◻