ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

λήψη σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
υποστήριξη για τη λήψη αποφάσεων

döntéshozó támogatás

φορέας λήψης αποφάσεων

döntéshozó◼◼◼

12