ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

λάμπα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
λάμπα

fény◼◼◼

izzó◼◼◼

körte

villanyégő

η λάμπα, (forgalmi jelzőlámpa) το φανάρι, (reflektor) ο προβολέας

lámpa