ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

κλήρος σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
κλήρος

klérus

papság

telek

υπουργείο/κλήρος (ιερατείο)

minisztérium

χαρακτηρισμός χρήσης γης/παραχώρηση γης/κλήρος

földfelosztás