ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

επιτυχώς σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
επιτυχώς

sikeresen◼◼◼

ανεπαρκής (-ής-ές), (osztályzat) ανεπιτυχώς

elégtelen◼◼◼

ανεπιτυχώς

sikertelenül◼◼◼