ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

εγγράφω σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
εγγράφω

bejegyez

bejön

bemegy

benevez

besoroz

beírat

feljegyez

δανεισμός εγγράφων

dokumentumkölcsönzés

ευρετηρίαση εγγράφων (υλικού τεκμηρίωσης)

dokumentáció tárgymutatóval