ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

δένω σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
δένω

köt

δένω (-σω), kössék be magukat! προσδεθείτε!

beköt

αλυσοδένω

lánc

sorozat

αναδένω

köt

σύστημα ενδοκρινών αδένων

endokrin rendszer