ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

απόλυτος σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
απόλυτος

abszolút◼◼◼

feltétlen◼◻◻

teljes◼◻◻

abszolútum

απόλυτος (-η-ο)

teljes, abszolút