ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

αποτύπωμα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
αποτύπωμα

lábnyom◼◼◼

lenyomat◼◼◻

fog◼◻◻

nyom◼◻◻

bélyegez◼◻◻

lebélyegez◼◻◻

pecsét◼◻◻

οικολογικό αποτύπωμα

ökológiai lábnyom◼◼◼