ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ανοίγω (-ξω) σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ανοίγω (-ξω)

kinyit

(pl. autó) ανοίγω (-ξω) ταχύτητα

gyorsít

(pl. tévét) ανοίγω (-ξω), ανάβω (-ψω)

bekapcsol