ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ανέχομαι σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ανέχομαι

bír

elfogad

eltúr

eltűr

elvisel

kibír

visz

(elvisel) αντέχω (-ξω), (tolerál) ανέχομαι (-τώ)

eltűr