ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ακρόαση σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ακρόαση

meghallgatás◼◼◼

tárgyalás◼◼◻

hallás

kihallgatás

közönség

δημόσια ακρόαση

közmeghallgatás◼◼◼

επίσημη ακρόαση

hivatalos meghallgatás