ελληνικά-ουγγρικά λεξικό »

ίζημα σημαίνει σε ουγγρικά

ελληνικάουγγρικά
ίζημα

üledék◼◼◼

kicsapódik◼◻◻

kicsap

lerakódás

ίζημα/προσχωματικό υλικό

üledék